Όσο ο ανεπτυγμένος όσο και ο αναπτυσσόμενος κόσμος αντιμετωπίζει μια επιδημία της παχυσαρκίας. Mε στόχο να προληφθεί η αύξηση του βάρους στο γενικό πληθυσμό έχει προταθεί η προσέγγιση των «μικρών αλλαγών» σχετικά με τη μείωση της ενεργειακής πρόσληψης και την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας.

Ενεργειακό ισοζύγιο 
Οι ατομικές ενεργειακές απαιτήσεις διαφέρουν, αλλά όταν η ενέργεια που προσλαμβάνεται (από όλα τα τρόφιμα και τα ποτά) ισοδυναμεί με την ενέργεια που δαπανάται (μέσω του μεταβολισμού και της σωματικής δραστηριότητας) το σώμα βρίσκεται σε «ενεργειακό ισοζύγιο». Όταν προσληφθεί περισσότερη ενέργεια από όση θα δαπανηθεί, το σώμα βρίσκεται σε κατάσταση θετικού ενεργειακού ισοζυγίου, ενώ όταν περισσότερη ενέργεια δαπανάται από όση προσλαμβάνεται, το σώμα είναι σε κατάσταση αρνητικού ισοζυγίου. Με το πέρασμα του χρόνου ένα θετικό ενεργειακό ισοζύγιο θα οδηγήσει σε αύξηση του σωματικού βάρους. Αντιστοίχως, με τον καιρό, ένα αρνητικό ενεργειακό ισοζύγιο θα προκαλέσει απώλεια βάρους. Για να διατηρηθεί σταθερό το σωματικό βάρος, η προσλαμβανόμενη και η δαπανόμενη ενέργεια δεν χρειάζεται να είναι ακριβώς ίσες κάθε μέρα αλλά σε ένα βάθος χρόνου. 

Πρόληψη της αύξησης του βάρους κλείνοντας το ενεργειακό κενό 
Τόσο η πρόληψη όσο και η θεραπεία της παχυσαρκίας είναι αναγκαίες και οι σχετικές προσεγγίσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τη μείωση της ενεργειακής πρόσληψης αλλά και την αύξηση της ενεργειακής δαπάνης, προκειμένου να είναι επιτυχείς.

Αυτό συμβαίνει, διότι η μείωση της ενεργειακής πρόσληψης και του συνολικού σωματικού βάρους μειώνει τον μεταβολικό ρυθμό ηρεμίας. Ένα μικρότερο σωματικό βάρος σημαίνει επίσης ότι λιγότερη ενέργεια χρησιμοποιείται για τις σωματικές δραστηριότητες. Συνεπώς, οι ενεργειακές ανάγκες είναι λιγότερες. Αυτό συνδυάζεται με την πρόκληση ότι ο περιορισμός των θερμίδων τυπικά οδηγεί σε αύξηση της πείνας. Βιολογικοί μηχανισμοί στον οργανισμό, οι οποίοι βοηθούν στον έλεγχο του ενεργειακού ισοζυγίου, φαίνεται να διατηρούν το υπάρχον σωματικό βάρος, καθιστώντας την πρόληψη της αύξησης του βάρους ευκολότερη σε σχέση με την απώλεια του βάρους και τη διατήρηση αυτής. 

Ένα υψηλό επίπεδο σωματικής δραστηριότητας επιτρέπει μια μεγαλύτερη ενεργειακή πρόσληψη, προκειμένου να επιτευχθεί το ενεργειακό ισοζύγιο. Η σωματική δραστηριότητα χρησιμοποιεί ενέργεια και «χτίζει» μύες, αυξάνοντας το μεταβολικό ρυθμό και άρα τις ενεργειακές ανάγκες. Αντιθέτως, τα άτομα που δεν κινούνται τόσο πολύ έχουν λιγότερες ενεργειακές ανάγκες, τις οποίες συνεπώς θα πρέπει να εξισορροπήσουν με μια μικρότερη ενεργειακή πρόσληψη προκειμένου να διατηρήσουν το ενεργειακό ισοζύγιο. Παρόλο που τα καθιστικά άτομα μπορούν επιτυχώς να διατηρήσουν το ενεργειακό ισοζύγιο, βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για να αυξήσουν το βάρος τους. Τυπικά, τα χαμηλότερα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας δεν αντιστοιχίζονται πλήρως με χαμηλότερες ενεργειακές προσλήψεις .Η αυξημένη σωματική δραστηριότητα είναι ένας από τους παράγοντες που συσχετίζονται με την επιτυχή διατήρηση του βάρους έπειτα από απώλεια. Συνεπώς, η αυξημένη ενεργειακή δαπάνη μπορεί να συμβάλλει στη διατήρηση ενός αρνητικού ή ουδέτερου ενεργειακού ισοζυγίου.

Κατά τις τελευταίες δυο δεκαετίες η μέση αύξηση του βάρος στον πληθυσμό είναι περίπου 0,45 -0,9 κιλά/ έτος. Ένα θετικό ενεργειακό ισοζύγιο 100 θερμίδων την ημέρα (kcal/ημέρα) θα μπορούσε να ερμηνεύσει το μεγαλύτερο μέρος αυτής της σταδιακής αύξησης του βάρους. Και αναφέρονται σε αυτό το πλεόνασμα των 100 kcal/ημέρα στο ενεργειακό ισοζύγιο ως «ενεργειακό κενό».Προτείνουν ότι κλείνοντας το «ενεργειακό κενό», δηλαδή μειώνοντας την ενεργειακή πρόσληψη κατά 100 kcal/ημέρα, θα προλάμβανε την αύξηση του βάρους στα άτομα με θετικό ενεργειακό ισοζύγιο. 

Η προσέγγιση των μικρών αλλαγών 
Η έννοια του «ενεργειακού κενού» παρέχει τη βάση για την προσέγγιση των «μικρών αλλαγών», σύμφωνα με την οποία, ενώ πρέπει να συμβούν μεγάλες αλλαγές για να διατηρηθεί η απώλεια βάρους σε ατομικό επίπεδο, μικρές αλλαγές στην ενεργειακή πρόσληψη και τη δαπάνη θεωρούνται εφικτές και θα πρέπει να είναι επαρκείς για να προλάβουν την υπερβάλλουσα αύξηση βάρους σε επίπεδο πληθυσμού. Οι μελέτες δείχνουν ότι τα άτομα είναι πιο πιθανό να επιτύχουν ένα στόχο, όταν αυτός είναι συγκεκριμένος, ρεαλιστικός και εφικτός.

Ένα άλλο θετικό στοιχείο της προσέγγισης των «μικρών αλλαγών» είναι ότι τα άτομα μπορούν να ξεκινήσουν να κάνουν μικρές αλλαγές σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο και έχοντας οποιοδήποτε σωματικό βάρος. Από τη στιγμή που τα άτομα ξεκινούν να κάνουν μικρές αλλαγές είναι πιο πιθανό να συνεχίσουν κάνοντας επιπρόσθετες μικρές αλλαγές. Με το πέρασμα του χρόνου οι διάφορες αυτές μικρές αλλαγές αθροίζονται σε μια μεγάλη αλλαγή στον τρόπο ζωής 

Μειώνοντας την ενεργειακή πρόσληψη 
Οι κύριοι τρόποι για να μειωθεί η ενεργειακή πρόσληψη είναι η μείωση του μεγέθους της μερίδας και/ή η επιλογή τροφίμων πλούσιων σε θρεπτικά συστατικά αλλά χαμηλών σε συνολικές θερμίδες. Τρόφιμα που έχουν πολλές θερμίδες ανά μονάδα όγκου θεωρούνται υψηλής περιεκτικότητας σε ενέργεια ή ενεργειακά πυκνά τρόφιμα. Τέτοια είναι μερικά είδη μπισκότων, κράκερ και άλλα ξηρά αλμυρά και γλυκά «σνακ». Τρόφιμα όπως φρούτα και λαχανικά με λιγότερες θερμίδες για τον ίδιο όγκο θεωρούνται χαμηλής περιεκτικότητας σε ενέργεια ή θρεπτικά πυκνά τρόφιμα. Επιπλέον, το υψηλό περιεχόμενο σε διαιτητικές ίνες και νερό των περισσότερων φρούτων και λαχανικών βοηθά στον έλεγχο του βάρους, αυξάνοντας τον κορεσμό και μειώνοντας την όρεξη. Ως προς τα ποτά, είναι πια ευρέως διαθέσιμες εναλλακτικές επιλογές ποτών είτε χωρίς ζάχαρη ή σακχαρούχων με χαμηλή ενεργειακή περιεκτικότητα, και φυσικά το νερό (εμφιαλωμένο ή βρύσης) έχει μηδέν θερμίδες.

Όταν μειώνονται οι θερμίδες, είναι σημαντικό να μην αποκλείονται από τη δίαιτα ζωτικής σημασίας θρεπτικά συστατικά. Για παράδειγμα, τα φρούτα και τα λαχανικά περιέχουν βιταμίνες, ανόργανα στοιχεία και διαιτητικές ίνες. Κάποια τρόφιμα με υψηλό ενεργειακό περιεχόμενο δεν θα πρέπει να αποκλείονται, καθώς περιέχουν απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Οι ξηροί καρποί και τα λιπαρά ψάρια (π.χ. σολομός, σαρδέλα, σκουμπρί ), είναι δύο παραδείγματα ενεργειακά πυκνών κατηγοριών τροφίμων που περιέχουν απαραίτητα λιπαρά οξέα αλλά και πρωτεΐνες. Σε αυτές τις περιπτώσεις κυρίαρχο ρόλο παίζει ο έλεγχος της μερίδας

Αυξάνοντας την ενεργειακή δαπάνη 
Η σωματική δραστηριότητα είναι καίριος παράγοντας για την πρόληψη της αύξησης του βάρους. Πέρα από το ότι δαπανά θερμίδες, βοηθά να διατηρηθεί η μυϊκή μάζα, η οποία έχει μεγαλύτερο μεταβολικό ρυθμό σε σχέση με το λιπώδη ιστό. Όταν τα επίπεδα της σωματικής είναι χαμηλά, η ενεργειακή πρόσληψη πρέπει να είναι αντιστοίχως μειωμένη, για να διατηρηθεί το ενεργειακό ισοζύγιο, και πολλοί ενήλικες δυσκολεύονται να ελέγξουν το ενεργειακό ισοζύγιο αποκλειστικά και μόνο μέσω της δίαιτας. Για το λόγο αυτό, η προσέγγιση των «μικρών αλλαγών» συστήνει αύξηση της σωματικής δραστηριότητας επιπρόσθετα της μείωσης στην ενεργειακή πρόσληψη. 

Παραδείγματα δραστηριοτήτων για την αύξησή του περιλαμβάνουν το περπάτημα προς τη δουλειά αντί της οδήγησης, τη χρήση της σκάλας αντί του ασανσέρ ή των κυλιόμενων, αλλά και ένα περίπατο το πρωί, στη διάρκεια του μεσημεριανού ή το βραδάκι μετά το δείπνο.